Yellow Leafs

Η επίσκεψη

Έφτασα έξω από τη διεύθυνση που έγραφε το χαρτί,
ένα σκοτεινό σπίτι,
να φωτίζεται από κεριά,
με ξύλινα παράθυρα βαμμένα μαύρα.
Μια μεγάλη πόρτα με μπρούτζινα χερούλια,
στην κορυφή μια μαρμάρινης χορταριασμένης σκάλας,
επτά σκαλιών.
Ελέγχω πάλι την διεύθυνση,
είναι η σωστή.
Ανεβαίνω στηριγμένος στην κουπαστή,
τα κόκκαλα μου πονάνε,
οι μύες διαμαρτύρονται σε κάθε βήμα,
η ανάσα μου με δυσκολία.
Πιάνω το ρόπτρο,
γεμάτο υγρασία και με μια πράσινη απόχρωση,
χτυπάω τρείς φορές.
Ξερός ο ήχος,
σαν σφυρί πάνω σε αμόνι.
Βήματα ακούω από το βάθος,
αργά,
σταθερά,
κοντοζυγώνουν.
Μια αμπάρα ακούω να μετακινούν,
ένα σύρσιμο,
το τρίξιμο της πόρτας.
Ένα γέρικο κεφάλι,
με βαμμένα μαύρα κορακί μαλλιά
ξεπροβάλει.
Επιδερμίδα στεγνή,
μάτια θολά,
δόντια, όσα υπάρχουν, σπασμένα,
ψεύτικο χαμόγελο με καλώς ορίζει.
"Περάστε κύριε, σας περιμένουν".
Υπόκλιση ψεύτικη υποτακτικού,
μου ανοίγει το δρόμο.
Μια μυρωδιά κλεισούρα,
μούχλας,
σκιάς με χτυπάει στο πρόσωπο.
Βαθιά ανάσα,
μπαίνω.
Μια σκάλα ξύλινη με βιτρό παράθυρα στη κεφαλή της,
σκονισμένα,
λασπωμένα,
δαίμονες και άγγελοι οι αναπαρστάσεις.
Μια σάλα στο βάθος,
μεγάλο τραπέζι,
κεριά να ρίχνουν ένα αρρωστημένο φως,
σε ένα τραπέζι γεμάτο φαγητά.
Κόσμος κάθεται αμίλητος γύρω από το τραπέζι,
καρέκλες ξύλινες,
βαριές,
με δερμάτινη επένδυση σκισμένη,
λεκιασμένη.
Στη μέση μια κενή,
μου δείχνουν με τα μάτια να κάτσω.
Κόκκινα μάτια,
μυτερά δόντια,
σάλια στα ακρόχειλά τους,
καρφωμένο χαμόγελο,
ψεύτικο.
"Κύριοι ήρθα, σήμερα ένας από εμάς θα βγει έξω,
είτε εγώ είτε οι φόβοι",
αποκρίθηκα με γυμνές γροθιές.